Η Ένωσή μας προχώρησε πέρσι στην αντικατάσταση των παλιών, σάπιων ξύλινων πορτών στις τουαλέτες ενός από τα σπιτάκια του συγκροτήματος που φτιάχτηκε μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1995 με νέες από αλουμίνιο.
Όλοι εκφράστηκαν με τα καλύτερα λόγια για την αναγκαία αυτή ανακαίνιση που έκανε την κατασκηνωτική ζωή των παιδιών μας πιο άνετη και πιο ασφαλή.
Φέτος τα οικονομικά μας δεδομένα δεν επαρκούν να κάνουμε το ίδιο για το 2ο σπιτάκι (από τα 3 συνολικά) παρ' όλο που το θέλουμε πολύ όλοι.
Απευθυνόμαστε λοιπόν στα μέλη και τους φίλους μας, σε όσους στηρίζουν εδώ και χρόνια την απρόσκοπτη λειτουργία της κατασκήνωσης. Ο προϋπολογισμός του έργου για 8 πόρτες και κουφώματα από αλουμίνιο είναι 4.000 €.
Εάν πολλοί δώσουν από λίγα ο σκοπός μας θα επιτευχθεί. Ανοίγουμε έναν κουμπαρά για το έργο αυτό και σας καλούμε να τον γεμίσετε. Είναι ο μοναδικός τρόπος να χαρούμε ένα έργο στην κατασκήνωση που θα μείνει...
Ευχαριστούμε πολύ!. Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες να είναι μαζί μας.
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ & ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!
ΤΟ Δ.Σ. ΤΗΣ ΓΕΧΑ ΠΑΤΡΩΝ
Αρ. Λογαριασμού ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
225/29610838
ΙΒΑΝ: GR 2201102250000022529610838
Για όλες τις δωρεές εκδίδονται αποδείξεις.
Για να σας τις στείλουμε εύκολα, σημειώστε το ονοματεπώνυμο και το τηλέφωνο στην κατάθεση.
Η οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο τον 6ο αι. όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Ιουστινιανός. Μέχρι το 12 χρόνια της έμενε με τους γονείς της, αλλά στην ηλικία αυτή έφυγε από το σπίτι της και τα επόμενα 17 χρόνια ζούσε μέσα στην αμαρτία. Η ζωή της ήταν μακριά από τον Θεό και υπέκυπτε αμέσως σε όλους τους πειρασμούς που της έβαζε ο διάβολος. Έτσι κατάντησε να είναι μια αμαρτωλή γυναίκα, με τόσο σκοτισμένο μυαλό, που δεν μπορούσε ούτε να αναλογισθεί το κακό των πράξεών της.
Κάποτε, ανέβηκε στο πλοίο στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας και με άλλους προσκυνητές αποβιβάσθηκε στις ακτές της Ιουδαίας με προορισμό τα Ιεροσόλυμα. Εκεί, όπως κάθε χρόνο, θα γιορταζόταν πανηγυρικά η Ύψωση του Σταυρού. Όταν η Μαρία ακολούθησε από περιέργεια τους ανθρώπους που έμπαιναν μέσα στον ναό για να προσκυνήσουν τον Σταυρό του Κυρίου, μια αόρατη δύναμη την σταμάτησε, καθώς πήγαινε να περάσει την πόρτα. Στην αρχή δεν κατάλαβε τι συνέβαινε, αλλά μετά, καθώς προσπάθησε και για δεύτερη και τρίτη και τέταρτη φορά και δεν κατάφερε να περάσει, μια αναλαμπή αναφάνηκε στο σκοτισμένο μυαλό της. Ο πανάγαθος Θεός επέτρεψε να αντιληφθεί ότι εξαιτίας των πολλών της αμαρτημάτων και της άσωτης ζωής της δεν ήταν δυνατόν να μπει στον ναό μαζί με τους άλλους χριστιανούς. Έπεσε τότε κάτω στο έδαφος και παρακάλεσε θερμά την Παναγία να της επιτρέψει την είσοδο στον ναό, κι αυτή από κει και πέρα θα ζούσε μακριά από κάθε αμαρτία και θα αφιέρωνε τη ζωή της σ΄ Αυτήν. Πράγματι, την αμέσως επόμενη φορά που η Μαρία κατευθύνθηκε προς τον ναό, μπήκε ανεμπόδιστα μέσα και προσκύνησε με δάκρυα τον Τίμιο Σταυρό. Και δεν λησμόνησε αυτό που υποσχέθηκε στη Θεοτόκο. Παίρνοντας μαζί της δυο ψωμιά, αποσύρθηκε στην έρημο του Ιορδάνη.
Γύρω από την έρημο υπήρχαν κάποια μοναστήρια. Σ΄ ένα από αυτά, μεταξύ των ασκητών, ζούσε κι ο αββάς Ζωσιμάς, ένας γέροντας ιερέας, ευσεβής αλλά, προπαντός, ταπεινός. Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε συνήθεια στην αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής όλοι οι μοναχοί να βγαίνουν έξω στην έρημο και να ασκούνται μόνοι τους στην προσευχή και τη νηστεία μέχρι την Κυριακή των Βαΐων, οπότε και επέστρεφαν, για να περάσουν όλοι μαζί τη Μεγάλη Εβδομάδα και να γιορτάσουν το Πάσχα. Έτσι κι ο αββάς Ζωσιμάς, μόλις άρχισε η Σαρακοστή, αναχώρησε για την έρημο του Ιορδάνη, όπου περνούσε τις μέρες του προσευχόμενος. Ενώ πλησίαζαν οι μέρες για να επιστρέψει στο μοναστήρι, συναντήθηκε με έναν άνθρωπο ασκητικό και αδύνατο, που φορούσε κουρέλια. Έτρεξε από πίσω του και όταν τον πρόφτασε και τον σταμάτησε, με μεγάλη δυσκολία διαπίστωσε ότι επρόκειτο για γυναίκα. Ο Ζωσιμάς, αντιλήφθηκε ότι είχε μπροστά του έναν ξεχωριστό άνθρωπο και τον πίεσε να του διηγηθεί τη ζωή του. Η Μαρία, αυτή ήταν η ασκήτρια της ερήμου, διηγήθηκε εξομολογούμενη στον αββά όλη την προηγούμενη ζωή της. Ήταν ήδη 47 χρόνια στην έρημο, χωρίς να συναντήσει άνθρωπο. Τρεφόταν με τα ελάχιστα που μπορούσε να της δώσει ο χώρος. Του είπε ότι τα 17 πρώτα χρόνια που κατέφυγε στην έρημο μετανιωμένη για την παλιά αμαρτωλή ζωή της δεχόταν καθημερινά πόλεμο από τον διάβολο, αλλά στη συνέχεια η χάρη του Θεού και οι πρεσβείες της Θεοτόκου, στην οποία είχε αφιερώσει τη ζωή της, την απάλλαξαν από αυτόν. Η μετάνοιά της είχε γίνει δεκτή από τον Θεό. Παρακάλεσε τον αββά να έρθει στον ίδιο τόπο την επόμενη χρονιά έχοντας μαζί του τα Τίμια Δώρα και να μην πει σε κανέναν για τη συνάντηση αυτή. Πριν αναχωρήσει για το μοναστήρι του, προσευχήθηκαν μαζί και ο Ζωσιμάς είδε με δέος τη Μαρία, καθώς προσευχόταν, να είναι ανυψωμένη και να μην ακουμπάει τη γη.
Την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς ο αββάς Ζωσιμάς, εκτελώντας την εντολή της οσίας έφθασε στον Ιορδάνη ποταμό έχοντας μαζί του το Σώμα και του Αίμα του Κυρίου. Η Μαρία φάνηκε από την άλλη όχθη του ποταμού· έκανε το σημείο του σταυρού πάνω του και μετά, βαδίζοντας πάνω στο νερό, έφθασε στον γέροντα που περίμενε. Μετέλαβε και είπε στον αββά να έρθει την ίδια μέρα και τον επόμενο χρόνο.